Η γνωσιακή – συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία (στα Αγγλικά Cognitive – Behavioural Therapy) ή εν συντομία ΓΣΘ (CBT) άρχισε να αναπτύσσεται στα τέλη της δεκαετίας του 1950, όταν διαπιστώθηκε ότι τα υπάρχοντα ψυχοθεραπευτικά μοντέλα εκείνης της εποχής (κυρίως η ψυχανάλυση και ο συμπεριφορισμός) δεν κατάφερναν να εξηγήσουν ικανοποιητικά τα αίτια των ψυχολογικών προβλημάτων ούτε να δώσουν αποτελεσματικούς τρόπους αντιμετώπισης.
Η ΓΣΘ βασίζεται στο γνωσιακό – συμπεριφοριστικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τις καταστάσεις της ζωής μας επηρεάζει άμεσα τη συμπεριφορά μας και τα συναισθήματά μας. Με άλλα λόγια, μια τροποποίηση στον τρόπο που σκεφτόμαστε (στις «γνωσίες» μας) προκαλεί σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που αντιδράμε και στα συναισθήματα που βιώνουμε. Η αλλαγή του τρόπου σκέψης μας είναι εφικτή κατόπιν διερεύνησης των βαθύτερων πεποιθήσεών μας, δηλαδή των αντιλήψεων, εικόνων, βιωμάτων, προσδοκιών που συνθέτουν τον χαρακτήρα μας.
Βασικά στοιχεία της ΓΣΘ είναι τα εξής:.
Είναι δομημένη και κατευθυνόμενη, δηλαδή θεραπευτής και θεραπευόμενος συμφωνούν σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο, σε συγκεκριμένους στόχους και ενέργειες. Ακολουθούν μια από κοινού σχεδιασμένη και οργανωμένη μεθοδολογία.
Στηρίζεται στην καλή θεραπευτική σχέση και συνεργασία (θεραπευτική συμμαχία). Ο θεραπευόμενος έχει ενεργητικό ρόλο, δηλαδή δεν ακολουθεί οδηγίες, αλλά συμμετέχει στη διαμόρφωση του θεραπευτικού σχεδιασμού και παίρνει πρωτοβουλίες. Είναι απαραίτητο να έχει κίνητρο για αλλαγές στην ζωή του. Επίσης, ο θεραπευτής δείχνει ενσυναίσθηση και κατανόηση, δεν είναι επικριτικός ούτε αποδοκιμάζει το θεραπευόμενο.
Έχει ψυχοεκπαιδευτικό χαρακτήρα, δηλαδή ο θεραπευτής εξηγεί στο θεραπευόμενο τι ακριβώς του συμβαίνει, τον βοηθά να κατανοήσει τους παράγοντες που συντέλεσαν στην εμφάνιση του προβλήματός του και τους παράγοντες που το συντηρούν.
Επικεντρώνεται στο πρόβλημα στο «εδώ και τώρα». Δίνεται έμφαση στα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο θεραπευόμενος στο παρόν. Διερευνάται το ιστορικό των προβλημάτων του και η συσχέτισή τους με παρελθοντικά γεγονότα, όμως πάντα με στόχο τη βελτίωση της τωρινής ποιότητας της ζωής του.
Οι στόχοι που τίθενται είναι σαφείς, ρεαλιστικοί, μετρήσιμοι και αφορούν τον ίδιο το θεραπευόμενο. Αποφεύγονται γενικόλογες επιθυμίες που είναι δύσκολο να αξιολογηθεί εάν επιτεύχθηκαν ή όχι. Προτιμώνται μικροί και πραγματοποιήσιμοι στόχοι και η θεραπευτική διαδικασία αξιολογείται συχνά ώστε να ελέγχονται τα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Η εργασία για το σπίτι είναι πάρα πολύ σημαντική. Μεταξύ 2 συνεδριών ο θεραπευόμενος κάνει συγκεκριμένες «ασκήσεις», οι οποίες παίζουν καθοριστικό ρόλο για την επιτυχία της θεραπείας. Αυτές οι ασκήσεις αποφασίζονται από κοινού με το θεραπευτή. Ουσιαστικά πρόκειται για εφαρμογή στην καθημερινότητα των όσων συζητούνται στις συνεδρίες. Στοχεύουν αρχικά στην αυτοπαρατήρηση και την αυτοαξιολόγηση του ατόμου, σχετικά με τις καταστάσεις που τον δυσκολεύουν, και σταδιακά στον αυτοέλεγχο.
Η αποτελεσματικότητα της ΓΣΘ έχει τεκμηριωθεί μέσω διεξοδικών ερευνών και έχει αναπτυχθεί συγκεκριμένη μεθοδολογία και κατάλληλες τεχνικές σχεδόν για κάθε ψυχολογικό πρόβλημα. Το γνωσιακό – συμπεριφοριστικό μοντέλο εφαρμόζεται είτε σε ατομικό επίπεδο είτε σε επίπεδο ζεύγους, οικογένειας ή ομάδας.
Δείτε επίσης την ενότητα «Συχνές Ερωτήσεις».
|